- Τρίκαλα
- ταπόλη στη Θεσσαλία, Πελοπόννησο κ.α.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Τρίκαλα — I Πόλη της δυτικής Θεσσαλίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού και της ομώνυμης επαρχίας. Χτισμένη στο κένρο της δυτικής λεκάνης της Θεσσαλίας, που ονομάζεται πεδιάδα των T., διαρρέεται από τον παραπόταμο του Πηνειού Ληθαίο, ο οποίος με τις… … Dictionary of Greek
Τρίκαλα — Sp Trikala Ap Τρίκαλα/Trikala L mst. ir nomas C Graikijoje … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
Άνω Τρίκαλα — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 1.060 μ., 173 κάτ.) του νομού Κορινθίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ξυλοκάστρου … Dictionary of Greek
Tríkala — Τρίκαλα Tríkala Escudo … Wikipedia Español
Αβέρωφ-Τοσίτσας, Ευάγγελος — (Τρίκαλα 1910 – 1990). Πολιτικός και συγγραφέας. Απόγονος του μεγάλου ευεργέτη Γεωργίου Α. Σπούδασε νομικά και πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στο πανεπιστήμιο της Λοζάνης. Αρχικά εργάστηκε ως δημοσιογράφος στη Λοζάνη, ενώ παράλληλα έστελνε… … Dictionary of Greek
Καλδάρας, Απόστολος — (Τρίκαλα 1922 – 1990). Λαϊκός συνθέτης. Φοίτησε στη γεωπονική σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αλλά σύντομα εγκατέλειψε τις σπουδές του. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά ως συνθέτης το 1967 με το τραγούδι «Η πόρτα ανοίγει», αλλά η μεγάλη επιτυχία… … Dictionary of Greek
Κλιάφα, Μαρούλα — (Τρίκαλα 1937 –).Δημοσιογράφος και λογοτέχνης. Σπούδασε στη Γαλλική Ακαδημία Αθηνών και στη σχολή Σπύρου Μελά (δημοσιογραφία). Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη λαογραφία και την παιδική λογοτεχνία. Στα ελληνικά γράμματα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το… … Dictionary of Greek
Κυρίτσης, Γιώργος — (Τρίκαλα 1945 –). Ηθοποιός. Σπούδασε στη σχολή Πέλου Κατσέλη και μαθητής ακόμα εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο θέατρο ως μέλος του Χορού στην τραγωδία Αντιγόνη. Ηθοποιός κυρίως του θεάτρου, στο πέρασμα των χρόνων συνεργάστηκε με πολλούς θιάσους,… … Dictionary of Greek
Θεσσαλία — I Ιστορική γεωγραφική περιοχή και περιφέρεια (13.903 τ. χλμ., 753.888 κάτ.) της ηπειρωτικής Ελλάδας. Στα Α συνορεύει με τη δυτική Μακεδονία, στα Δ με την Ήπειρο, στα Ν με τη Στερεά Ελλάδα, και στα Α βρέχεται από το Αιγαίο πέλαγος. Η Θ. διαιρείται … Dictionary of Greek
Νοταράς — Επώνυμο αγωνιστών του 1821 από την Κορινθία. 1. Ανδρίκος. Αδελφός του Σωτήριου (βλ. 5.). Κατά την πολιορκία του Ακροκόρινθου από τους επίσκοπο Δαμαλών Ιωνά, Πετμεζά και Γ. Κριεζή (23 Μαρτίου 1821), πιάστηκε όμηρος και φυλακίστηκε στο φρούριο της… … Dictionary of Greek